Diclib.com
Διαδικτυακό λεξικό
Αναζήτηση λεξικού
Προσαρμοσμένες λύσεις
Ελληνικά
Русский
English
Español
Português
Deutsch
Français
Nederlands
Italiano
عربي
Κλείσιμο
Κλείσιμο
Λεξικά
Γαλλο-ρωσικό λεξικό
législativement
Αναζήτηση
législativement
- translation to
Εμφάνιση πρόσθετων πληροφοριών για αυτήν τη λέξη...
законодательный
législatif
законодательная власть - pouvoir législatif
législatif
1.
{
adj
} (
{fém} -
législative)
законодательный
pouvoir législatif — законодательная власть
Assemblée législative
см.
législatif 3. 1) élections législatives
см.
législatif 3. 2)
2.
{m}
законодательная власть
P.L.
Pouvoir Législatif - законодательная власть
Εμφάνιση περισσότερων...
Παραδείγματα προφοράς από
www.voicecup.com
Περισσότερα παραδείγματα...
Searching
Παραδείγματα από
www.pressmon.com
Περισσότερα παραδείγματα...
Αναζήτηση λεξικού
Προσαρμοσμένες λύσεις
Επικοινωνήστε μαζί μας
INTERFACE LANGUAGE
Ελληνικά
Русский
English
Español
Português
Deutsch
Français
Nederlands
Italiano
عربي